- πεντατεύχου
- πεντάτευχοςthe Pentateuchmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δευτερονόμιο — Το πέμπτο βιβλίο της Πεντατεύχου, το οποίο οι Εβραίοι ονομάζουν Έλλε Χαντεβαρίμ (= αυτοί οι λόγοι). Σύμφωνα με τη βιβλική αφήγηση (Βασιλειών Δ’, 22,8 κ.ε.), το Δ. ανακαλύφθηκε στον Ναό από τον ιερέα Χελκία, ο οποίος έπεισε τον βασιλιά Ιωσία να… … Dictionary of Greek
пентатеоухъ — ПЕНТАТЕОУХ|Ъ (6*), А с. Πεντοτευχος Пятикнижие, первые пять книг Ветхого Завета: того ради ты б҃одъхновеныхъ рекѹ кънигъ || кыхъжьдо. ˫ако аще добро˫авлѥньно. навыкнеши. ветъхааго завѣта •а҃• рекѹ пентатеѹхъ. (ἡ Πεντοτευχος) КЕ XII, 246а–б;… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
αριθμός — Η έννοια αυτή σχηματίζεται (με διάφορες γενικεύσεις) από την απλούστερη έννοια του φυσικού α. Ένας γενικός ορισμός της έννοιας είναι δύσκολο να δοθεί, αν όχι αδύνατο. Στην καθημερινή ζωή ο όρος χρησιμοποιείται με την έννοια του φυσικού ή του… … Dictionary of Greek
αριστόβουλος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Κασσανδρεύς (4ος 3ος αι. π.Χ.). Ιστορικός, αρχιτέκτονας και γεωγράφος. Καταγόταν από τη Χαλκιδική. Πήρε μέρος στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και σε πολύ μεγάλη ηλικία έγραψε ιστορία της εκστρατείας,… … Dictionary of Greek
λευιτικός — ή, ό (AM λευιτικός, ή, όν) [λευίτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους λευίτες («εἰ μὲν οὖν τελείωσις διὰ τῆς λευιτικῆς ἱερωσύνης ἦν», ΚΔ) 2. το ουδ. ως ουσ. Λευιτικό(ν) τίτλος ενός από τα βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης, το τρίτο τής… … Dictionary of Greek
λουγδούνιος — α, ο 1. λουγδουνικός 2. (το αρσ. και θηλ. ως κύριο όν.) ο Λουγδούνιος, η Λουγδούνια ο κάτοικος τού Λουγδούνου ή αυτός που κατάγεται από το Λούγδουνο 3. φρ. «λουγδούνιος κώδικας» πολύτιμο χειρόγραφο τής βιβλιοθήκης τής Λυόν που περιέχει λατινική… … Dictionary of Greek
σαμαρειτικός — ή, ό / σαμαρειτικός, ή, όν, ΝΑ [Σαμαρείτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Σαμάρεια ή στους Σαμαρείτες 2. φρ. «Σαμαρειτική Πεντάτευχος» το χωρίς φωνήεντα κείμενο τής εβραϊκής Πεντατεύχου σε σαμαρειτική γραφή που χρησιμοποιούσαν οι… … Dictionary of Greek
συναγωγή — Όρος συγγενής με τον όρο «ναός» που υποδηλώνει τον τόπο της ιουδαϊκής λατρείας. Η σ. δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ναό της Ιερουσαλήμ, που ήταν μοναδικός στο Ισραήλ και προορισμένος για τις αιματηρές θυσίες και που καταστράφηκε για τελευταία… … Dictionary of Greek
Απόκρυφα — Θρησκευτικά κείμενα που συνδέονται άμεσα με την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Είναι γραμμένα κατά μίμηση των κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής, δεν θεωρούνται όμως κανονικά. Ο όρος σήμαινε βιβλία μυστικά, κρυμμένα, γιατί θεωρούνταν τα ιερά… … Dictionary of Greek
Αριθμοί — Το τέταρτο βιβλίο της Πεντατεύχου. Ο τίτλος προέρχεται από την αρίθμηση (απογραφή) των Ισραηλιτών με την οποία αρχίζει το βιβλίο. Σε αυτό εξιστορείται η πορεία των Ισραηλιτών από το Σινά έως τη χώρα Μωάβ. Τα 36 κεφάλαια του βιβλίου χωρίζονται σε… … Dictionary of Greek